Οι πιγκουίνοι είναι τα τέλεια αντικείμενα μιας τέτοιας μεταβίβασης από πλευράς ανθρώπων. Όρθιοι σαν κλόουν ντυμένοι με σμόκιν, συγκεντρώνονται κατά πλήθη δημιουργώντας αποικίες, και έχουν κάτι πολύ ανθρώπινο στην όψη. Ποτέ δεν κουράζομαι να τους παρακολουθώ, απολαμβάνοντας το περπάτημά τους, ίδιο με του Τσάρλι Τσάπλιν, και την απαθή αντίδρασή τους στα συχνά κωμικά πεσίματά τους εξαιτίας του χιονιού και των πάγων. Οι αγαπημένοι μου είναι οι πιγκουίνοι Αντελί, που αν τους δεις από μακριά, έτσι όπως σχηματίζουν και ανασχηματίζουν κοινωνικές ομάδες, εύκολα μπορεί να τους περάσεις για ανθρώπους που κάνουν περίπατο.
Σε μια επίσκεψη, έφτασα στο Hope Bay της Ανταρκτικής στα τέλη του καλοκαιριού. Οι νεοσσοί πιγκουίνοι είχαν αναπτυχθεί αρκετά και συγκεντρώνονταν σε μεγάλες ομάδες στην άκρη του πάγου, περιμένοντας τη σειρά τους να μπουν στη θάλασσα. Οι πιγκουίνοι Αντελί είναι γενικότερα τυχεροί στη ζωή και ο μόνος κίνδυνος που τους απειλεί είναι ένα είδος αρπακτικού, η φώκια – ‘’λεοπάρδαλη’’, η οποία επίσης απολαμβάνει μια άνετη ζωή, τριγυρνώντας γύρω από την αποικία και αρπάζοντας ξεστρατισμένους και άπειρους στο κολύμπι πιγκουίνους.
Η αγαπημένη της τακτική είναι να παραμονεύει κάτω από κάποιο κομμάτι πάγου ή κάποιο βράχο, να πετάγεται και ν’ αρπάζει τους πιγκουίνους τη στιγμή που πηδάνε στο νερό πριν καλά-καλά προλάβουν να καταλάβουν τι τους συμβαίνει, και βυθίζεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας με εκπληκτική ταχύτητα.
Η εκμάθηση της κολύμβησης είναι μια ιδιαίτερα επικίνδυνη στιγμή. Είδα χιλιάδες –κυριολεκτικά χιλιάδες- νεοσσούς πιγκουίνους να συνωστίζονται σε ένα κομμάτι της ακτής περιμένοντας να κάνουν την πρώτη τους βουτιά.
Κανένας δεν φαινόταν έτοιμος να γίνει παράδειγμα για τους άλλους, και επικρατούσε μεγάλη ανησυχία καθώς οι νεοσσοί στριμώχνονταν στην άκρη της ακτής, μ’ εκείνη την ψεύτικη ευγένεια που συναντάς στο χώρο αναμονής ενός οδοντιατρείου: ‘’Όχι, παρακαλώ, μετά από εσάς’’. Οι πιγκουίνοι στις πρώτες-πρώτες σειρές έδιναν τη θέση τους σε άλλους πιγκουίνους που έβγαιναν μπροστά, κοιτούσαν τα σκοτεινά και εχθρικά νερά, το σκέφτονταν καλύτερα και έκαναν πίσω, για να μη βρουν κανένα μπελά. Όλοι περίμεναν να βουτήξει κάποιος άλλος, για να δουν αν παραμόνευε από κάτω η φώκια ή όχι.
Οι νεαροί ήταν νευρικοί και πεινασμένοι, ανυπόμονοι να τελειώσουν μ’ αυτό το θέμα, και τελικά η πίεση έγινε ανυπόφορη. Εκείνοι που βρίσκονταν στις πίσω σειρές έσπρωχναν και σκουντούσαν ώσπου, αναπόφευκτα κάποιος που βρισκόταν μπροστά γλιστρούσε και έπεφτε μες στο νερό – και κατασπαραζόταν αμέσως. Ξαφνικά μια δίνη, μια λάμψη γυαλιστερού στικτού τριχώματος και ανοιχτά σαγόνια, και ο δύσμοιρος πιγκουίνος εξαφανιζόταν. Ναι, στο σκηνικό υπήρχε μια φώκια – λεοπάρδαλη και μάλιστα πεινασμένη.
Χιλιάδες έκπληκτα μάτια είδαν το συμβάν. Στιγμιαία άλλαξε η συμπεριφορά του πλήθους. Μόλις ένα λεπτό πριν, στριμώχνονταν και σκουντούσαν ανυπόμονα ο ένας τον άλλον, ενώ τώρα έπεσε απόλυτη βουβαμάρα. Όλοι οι πιγκουίνοι που βρίσκονταν εκεί σήκωσαν το ράμφος ψηλά, άρχισαν να σέρνουν τα πόδια τους βαριεστημένα και να προσποιούνται τους αδιάφορους, θαρρείς και το κολύμπι ήταν το τελευταίο πράγμα που τους απασχολούσε. Η ειρήνη βασίλεψε, αλλά η παντομίμα δε κράτησε για πολύ. Μέσα σε λίγα λεπτά οι διαθέσεις άλλαξαν πάλι, δώσ’ του ξανά εκδηλώσεις ανυπομονησίας, και γι’ άλλη μια φορά ο ίδιος κύκλος από την αρχή, με το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα – άλλο ένα γεύμα για τη φώκια – λεοπάρδαλη.
Τους παρακολουθούσα σχεδόν για μια ολόκληρη ώρα και χάρηκα που το έκανα, γιατί το φινάλε άξιζε την αναμονή με το παραπάνω. Μετά την τέταρτη-πέμπτη θυσία, όταν ακόμη ένας πιγκουίνος εξαναγκάστηκε να γίνει αυτός το πειραματόζωο. Γι’ άλλη μια φορά όλα τα μάτια προσηλώθηκαν στην προσθαλάσσωσή του, αλλά αυτή τη φορά έγινε κάτι διαφορετικό. Ο νεαρός ‘’εθελοντής’’ βυθίστηκε για λίγο και επανήλθε στην επιφάνεια ακέραιος, κολυμπώντας τριγύρω σε κύκλους, δοκιμάζοντας το αλμυρό νερό και την κωπηλατική δύναμη των φτερών του. Συνέχισε να κάνει το ίδιο για περίπου τριάντα δευτερόλεπτα χωρίς να τον απασχολεί το γεγονός ότι τον παρακολουθούσε το μεγαλύτερο κοινό της Ανταρκτικής. Το κοινό τον περιεργαζόταν, κοιτάζοντας ταυτόχρονα δεξιά κι αριστερά για να σιγουρευτεί ότι η καθυστέρηση ήταν πραγματική και όχι ένας ακόμα παραπλανητικός ελιγμός μιας ακόμη κυνικής φώκιας. Και τότε, θαρρείς και κάποιος έδωσε το σήμα λήξης συναγερμού, βούτηξαν όλοι μαζί στο νερό, γεμίζοντας το Hope Bay με πλατσουρίσματα και κραυγές που είχα να ακούσω από την τελευταία κολυμβητική ημερίδα του σχολείου μου.
Απολογούμαι μόνο τυπικά για αυτή την ευχαρίστησή μου. Μου αρέσουν οι πιγκουίνοι και αποτελούν τέλειο παράδειγμα εγωισμού – ίσως και δειλίας- εν δράση. Είναι εύκολο να συμμεριζόμαστε την κατάστασή τους και να ταυτιζόμαστε με τις αντιδράσεις τους. Το δίλλημα είναι αληθινό και συνηθισμένο. Συχνά βρισκόμαστε σε καταστάσεις όπου φαίνεται πως το πιο συνετό είναι ν’ αφήσουμε κάποιον άλλο να βγει μπροστά, θαυμάζοντας το θάρρος του όταν το κάνει. Προειδοποιούμε έναν τέτοιο ήρωα μόνο αν είναι στενός συγγενής μας, κάποιος που φιλοξενεί ένα αξιόλογο κλάσμα των γονιδίων μας στο γενναίο του σώμα. Τότε η συμπεριφορά του μας φαίνεται αίφνης απερίσκεπτη και παράτολμη, τόσο που μας εξοργίζει, και μετά μας κάνει να αναρωτιόμαστε γιατί ο θυμός θα πρέπει να είναι η κατάλληλη αντίδραση.
Για τα γονίδια, είναι. Η καλοσύνη προς τους ξένους δεν είναι μέρος τους σχεδίου τους. Για τον δικό τους ισολογισμό, μια τέτοια συμπεριφορά σημαίνει χαμένη ενέργεια και περιττό κίνδυνο. Έτσι λοιπόν, βρισκόμαστε διχασμένοι ανάμεσα στο θάρρος και το φόβο, στο μίσος και την αγάπη, και καταλήγουμε να αισθανόμαστε τύψεις. Και αυτό είναι το επόμενο στάδιο στην ανάλυση της συμπεριφοράς: η αναγνώριση ότι τα γονίδια δεν είναι αμερόληπτα. Εκτός του ότι γενικά είναι απαίσια με τους ξένους, τα γονίδια έχουν μια πρόσθετη τάση η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί ως δεύτερος κανόνας: Να είσαι καλός με τους δικούς σου.
Πηγή: Απόσπασμα απο το βιβλίο του Lyall Watson ''Σκοτεινή Φύση''
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου